ἐκρήγνυνται

ἐκρήγνυνται
ἐκρήγνυμι
break off
pres ind mp 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • νάρκη — I (Βιολ.). Περιορισμός περισσότερο ή λιγότερο παρατεταμένος και βαθύς της ζωικής δραστηριότητας, που παρατηρείται σε διάφορα ασπόνδυλα και σπονδυλωτά ζώα (αλλά και σε φυτά, που το χειμώνα χάνουν τα φύλλα τους), όταν οι συνθήκες του περιβάλλοντος… …   Dictionary of Greek

  • ασπίδα — Αμυντικό όπλο το οποίο αποτελείται από έλασμα ποικίλου σχήματος, κατασκευασμένο από διάφορα υλικά και συγκρατούμενο με τον αριστερό βραχίονα για προστασία του πολεμιστή από τα εχθρικά όπλα. Κατ’ αναλογία λέγεται α. ή ασπίδιο και το χαλύβδινο… …   Dictionary of Greek

  • βόμβα — Γενικός όρος με τον οποίο υποδηλώνεται κάθε συσκευή που αποτελείται από ένα μεταλλικό περίβλημα γεμισμένο με εκρηκτική ύλη, η οποία εκσφενδονίζεται ή τοποθετείται κάπου και εκρήγνυται μέσω ενός εμπυρεύματος (καψούλι) είτε με ωρολογιακό μηχανισμό… …   Dictionary of Greek

  • ποπκόρν — το, Ν άκλ. τροφή που αποτελείται από τους κόκκους μιας ποικιλίας αραβοσίτου, τού άσπρου καλαμποκιού, που, όταν εκτεθούν απότομα σε ξηρή θερμότητα μέσα σε κλειστό δοχείο, εκρήγνυνται και σχηματίζουν λευκές νυφάδες πολλαπλάσιου μεγέθους, γνωστές… …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • μετεωρίτες — Θραύσματα στερεού υλικού, αστρικής προέλευσης, που περνούν από την πλησιόχωρο περιοχή της Γης ή πέφτουν πάνω στην επιφάνειά της. Η υψηλή θερμοκρασία (μέχρι 25000 C) που αναπτύσσεται, αποτέλεσμα της μεγάλης ταχύτητας με την οποία διασχίζουν την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”